Πέμπτη, Δεκεμβρίου 27, 2007

Keep Dreaming..

Σε σημείο, που μόνον εγώ κ σπάνια άλλοι, μπορούν να δουν, έχω χαράξει ένα ιδεόγραμμα..Keep dreaming..Να ονειρεύσαι..θα μου θυμίζει, κάθε φορά, που του ρίχνω κλεφτές ματιές..χαμογελάω τότε-σαν σκανδαλιάρικο μικρό..Κ κάθε φορά, έρχεται στο νου μου, η στιγμή που το έκανα..Χρειαζόμουν τότε μια βεβαιότητα στη ζωή μου..στο δέρμα μου..ένα διακριτικό καθρέφτισμα της αναγκαιότητας μου για ΟΝΕΙΡΑ..

Κάποια χρόνια μετά , ξύπνησα αχάραγα με τρόμο..κ μια σκληρή συνειδητοποίηση..ΔΕΝ ονειρευόμουν..Κ για να είμαι πιο ειλικρινής:ΔΕΝ επέτρεπα στον ευατό μου να ονειρευτεί..
Σειρά γεγονότων , σκληρών , βίαιων, τραυματικών,είχαν στοιχειώσει τη γωνιά του εγκεφάλου , που τα όνειρα κατοικούν..

Στο τέλος κάθε χρόνου-ημερολόγια εργασίας-δίνουν κ πέρνουν οι απολογισμοί..κ οι στόχοι..Πάντοτε είχα μια τάση αφοριστική για τα ορόσημα κ τους ελέγχους επιδόσεως ..
Φέτος έπιασα τον ευατό μου να φλερτάρει με τις δικές μου "επιδόσεις" κατά τρόπο αναιδή θα έλεγα.. κ το χειρότερο; μου άρεσε αυτό που έβλεπα κ ένιωθα..
Δεν κάνω προσευχές , για να μπορέσω να ευχαριστήσω κάποιον γι' αυτό..Δεν συνηθίζω να μιλάω για τα "καλά" στοιχεία μου..σχεδόν ποτέ..ΑΛΛΑ..
Θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ..
Σ' ευχαριστώ, που άρχισες επιτέλους να με βλέπεις..
Σ' ευχαριστώ , που δεν φοβάσαι να μου χαμογελάς..
Να με επαινείς με ένα "μπράβο" , με έναν καλό λόγο..
Σ'ευχαριστώ, που τολμάς να μου εκθέτεις τις πιο μύχιες σκέψεις σου..
Που έπαψες να θάβεις τις ανάγκες σου..
Που άφησες νέους ανθρώπους να μας πλησιάσουν κ δεν φοβήθηκες..
Που δεν διστάζεις να διαγράψεις, ότι κακοφορμισμένο είχες περιμαζέψει λόγω ανασφάλειας..
Που κατάφερες να σταθείς δίπλα μου δίχως φόβο , ακόμα κ στα πιο ζοφερά σου σκοτάδια..
Που ενέσκηψες στις δικές μου πιο άσχημες σκέψεις κ με αφουγράστηκες , όπως η μάνα το αγέννητο..



Σ' ευχαριστώ..που άρχισες να ονειρεύεσαι ξανά..










Δευτέρα, Δεκεμβρίου 24, 2007


Δεν προλαβαίνω mon...

(πολύ τρέξιμο..)
Αφήνω εδώ, τις πιο αληθινές ευχές μου για τον καθένα σας..

Κ την αγάπη μου..
θα επανέλθω σύντομα -υπόσχεση..


Καλά Χριστούγεννα..

Σάββατο, Δεκεμβρίου 15, 2007




Χαρακτικό, τοπίου λευκής φαντασίωσης..
Εκλεπτυσμένες γεύσεις..υψηλής αισθητικής..
Γραμμές ακριβείας ..από χρόνια δομημένες οι φλέβες..
Σκουραίνει το αίμα στο χιόνι..
Κ όλες οι έννοιες , που κάποτε μοιάζανε με Φόρμες ..αντανακλώνται αιθέριες..
Πικρίες.,.ελπίδες..εγκαρτέρηση..αγάπη..

κατόψεις δωματίων ..παγκάκια κ όνειρα μπαλκονιών..


Για τούτα τ' ανώμαλα ..που συστήνονται άνθρωποι..

ΟΧΙ ΠΙΑ..

Στους φοβισμένους ανθρώπους..που διαβαίνουν αδιάφοροι..
μη αντέχοντας την ακέραια εντύπωση..
Τα μυστικά ..της ζωής.. περπατούν γυμνά..
σε άννομα στρωμένες κλίνες..Με αναιδείς εκφράσεις..
Προτιμώ να πιάσω τη μέρα από τα μαλλιά
να της τινάξω το κεφάλι βίαια..
κ ίσως έτσι να βγάλει από το Νου.. τις έναστρες
βραδιές..
που εγώ χρειάζομαι...









Παρασκευή, Δεκεμβρίου 14, 2007

Ημερολόγια χρόνων σκονισμένων..
Η ξεκούρδιστη κόκκινη κιθάρα..
Ο ραγισμένος Άγγελος , που ξαγρυπνά από τον πόνο..


Που είστε παιδικά μου χέρια, που μέσα σας, τ' άστρα μετρούσα;

Λησμονηθήκατε..
Καμία περίθαλψη..
Κανένα χάδι..

Δεν μπορώ να κλάψω ,όμως..
Άλλαξαν τα μάτια προσανατολισμό..

Η βροχή τους αποκλείστηκε..
στη φωτισμένη από λαμπιόνια αυλή του πατρικού μου..

Κ από τα δέντρα κρέμονται , καρδιές..
νεκρά φύλλα..
φωνές λησμονημένες..
κάποια κάλαντα ξεχασμένα..

Κ ακόμα καπνίζουν , πεισματικά οι στάχτες των ημερών εκείνων..

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 10, 2007

Τούτο το ταξίδι θα κρατήσει πολύ..
Τους ταξιδιώτες , που δεν έχουν ψωμί, δε φοβάμαι..
έχουν όνειρα..
Μήτε αυτούς, που δεν ζεσταίνει η φωτιά..
έχουν ελπίδες..
Δεν ζηλεύω , αυτούς που έχουν κρεβάτι να κοιμηθούν..
Αγρυπνούν κ στοχάζονται..

Όσους δεν έχουν ελπίδες κ στοχασμούς..
τους λυπάμαι..
Πεθαίνουν από έκπληξη..
Είναι αβάσταχτο το κακό , που σε βρίσκει ανυποψίαστο..


Τούτο το ταξίδι θα κρατήσει πολύ..
Οι δρόμοι γεμάτοι οδοφράγματα..
Τα πάθη, που προπορεύονται..

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 03, 2007


Άσπρα κ μαύρα πλακάκια, τακτοποιημένα..
το χάδι του βήματος μου, δέχονται..
Στο κατά παραγγελία μου, δάπεδο..
σαν παιδί πατάω..
προσπαθώντας μονάχα τις λευκές επιφάνειες να αγγίζω..

Δύσκολη άσκηση..
Ακροβασία περίτεχνη..Θεατρική..
Κάποτε χάνω του σώματος την ισορροπία.
Κάποτε χάνω του πνεύματος τον υπολογισμό..
Όλες οι περιπέτειες ξυπνούν βίαια..
Όλες τα όνειρα , σκελετωμένες μνήμες..
Οι τιμωρίες,καραδοκούν..

Των αισθήσεων σύγχυση..

Πρέπει να ασκήσω το αποσταγμένο πνεύμα,
στην τέλεια ακροβασία..
Πόσο αλήθεια μ' εξάντλησε η επίμονη άσκηση..

Όμως μονάχα έτσι διακρίνω την ένταση..

της συνουσίας των χρωμάτων..

Τετάρτη, Νοεμβρίου 28, 2007

Έμεινε πίσω ο καιρός, που οι Μονόλογοι μοιράζονταν..
Κ οι ψίθυροι αντηχούσαν σε διαστάσεις..
Οι φωνές "πίσω!!" κατέστησαν περιττές..
Οι θρήνοι , πλάνες του Τώρα..
Το Μέλλον αγέρωχο..
Προχωρεί.. Ψάχνει τη μια θέση-τη μη θέση..

Ας είμαστε λιγότερο δειλοί..
Ας μην ζητάμε καταφύγια..

Τι ζητάς επιπροσθέτως, επιμόνως και παράνομα,
από ένα σαρκίο, που δεν μπορεί να μισήσει;;

Ο Αστήρικτος , χωρίς φόβο, επιτηρεί τον Αστήρικτο..
ενώ οι Έντιμοι κ Υπερβέβαιοι τρέμουν..

Κάθε συναλλαγή, πρόσχημα..
Κάθε
ανακωχή, προετοιμασία..

Πόσους κύκλους πνεύματος ζήσατε;..
Πόσους , ενστίκτου;..

Αν μόνον έναν..


Δευτέρα, Νοεμβρίου 26, 2007

Σκυμμένη θαρρώ από Αιώνες , σήκωσα δειλά , δειλά το βλέμμα..
Λουσμένη , ολάκερη, από μια κουρασμένη ματιά..
Επίμονα κοιτούσα τα μαλλιά μου..
Τι ζητούσα;
Να βρω, ζητούσα..
Να βρω, που πήγε, το ανθρώπινο το νήμα τους..
Ποιος πόνος τα λευκά, τα νεκρικά ενδύματα τους έδωσε..
Μα ξάφνου , χρυσαφένιο έγινε το δίχτυ , Άστρων καπέλο..
κ με μιας.. μαύρη πεταλούδα πέταξε..


Έσκυψα βαθιά μέσα μου κ με μελέτησα..
Με προσοχή κ έννοια..
Τα λουλούδια, μου δίδαξα πρώτα..
Τη θάλασσα..
Τα βουνά κ τους κάμπους..
Κατόπιν το μάθημα της Καταγωγής, της Ρίζας..
Της Γνώσης , ήτανε θαρρείς , στα μέσα μου , πριν γεννηθώ..


Κ τώρα, το μάθημα της Χαράς,
παιδεύει , την τελευταία λύπη εντός μου..

Τρίτη, Νοεμβρίου 20, 2007


Αφιερωμένο στις Κυρίες της παρέας, που γκρινιάζουν για τα γ......Χριστούγεννα..
αλλά παρόλα αυτά , μου δίνουν την εντύπωση , ότι τρελαίνονται για Γιορτές..

(κάντε κλικ..πάνω στην εικόνα..)
υ.γ κ το τραγούδι επίσης..

Δευτέρα, Νοεμβρίου 19, 2007

Τώρα, που τα Μάτια, κρατώ σκορπισμένα..
Τώρα, που έφτασα να ξεδιαλύνω, την αχτίδα, που πάει το κλάμα να συναντήσει..
Τώρα, που κατέχω, τεμαχισμένη καρδιά, τι θα πει..
Τώρα , που ξέρω να γνωρίζω το δάκρυ των ανθρώπων..
Να σπάω στα δύο τη μοναξιά κ να τρυπάω το όνειρο..


Τώρα , μπορώ να μιλάω για τα χειρότερα, χαμογελώντας..


Τώρα, που έπαψα, να πλέκω εγκώμια , της ατελεύτητης πτώσης μου..
Τώρα,που δεν αντέχω πια,το καταρρακωμένο ένδυμα , της "Υψηλής Αλήθειας"..
Τώρα, που νιώθω ,πως σώθηκα, με γόνατα απλήγωτα κ χέρια καθαρά..
Τώρα, που τα σημάδια του πόνου, παράσημα Ζωής, γινήκαν..


Τώρα, μπορώ, όλα τα "μπράβο", που μου δόθηκαν..
να τα φυτέψω σε μια γλάστρα..
να γνωρίσω τη φωνή μου , σαν μια λησμονημένη φωτογραφία..


Τώρα κάτω απο σημαδεμένα βλέφαρα..

.. επιτέλους μπορώ να με καταλάβω..

Παρασκευή, Νοεμβρίου 16, 2007


Ποτέ δεν είμαστε μονάχοι..
στο κατόπι μας , θολά στρατεύματα..
κοπάδι ολόμαυρο από συναισθήματα περνά..
και πουθενά , ποτέ δεν είμαστε μονάχοι..
Μέρες το κάλεσμα μου, τώρα ,αργοπορεί στη θλίψη..
Λίγο πιο κει, από τη συμπαγή αφθαρσία..
παρέκει από την καρδιά της ανοιγμένης πέτρας..
που το μόνο δώρο, που θέλησε να δώσει είναι την δύναμη της..
Με την μνήμη , στοχάζομαι..
προσθέτεις στο τοπίο το στερέωμα ,
στον χρόνο την απίθανη ώρα, την ανυπαρξία του..
συγκομιδή χρωμάτων από το άσπρο..πίσω από μια κ μοναδική σταγόνα του μαύρου..
γιατί με άλλα σταθμά, μετράς το βάρος εδώ..
Η μοναδική αντίσταση , η πυκνότητα του
Xρόνου..
Δεν υπάρχουν Νόμοι..παρά μόνον
Οιωνοί..
Καθώς κ η τρομερή συνάντηση της Κρίσεως..

Κ όμως, τούτο το νεκρό σώμα, βαραίνει από την
Γνώση..
Η Mνήμη του αφανίζει τη δική μου..
Τέτοιο ζωντανό-νεκρό σώμα, να φωσφορίζει από τη Γνώση ..με λυγίζει..
Μόνον το θάνατο του επιδιώκω.. για να το αναστήσω..
Κ ίσως τότε ..
ναι..
Ακόμα κ αν είμαστε μονάχοι..

τη συμφορά , δεν θα έχουμε συντροφιά..


Πέμπτη, Νοεμβρίου 15, 2007

Ποιά πουλιά , μπερδεύτηκαν στα χέρια κ δεν θυμάμαι;

Πως κ δεν με ξύπνησαν , από τις χαρακιές κ τα κρωξίματα;
Πως κατάφεραν κ άφησαν, τόσα αγκάθια να μεγαλώσουν στον Ύπνο μου;
Έχασε τις μικρές καλοσύνες του ο Ύπνος..
Η βροχή σάπισε τα βήματα του..
Η αγωνία , μούσκεψε τις ώρες του..
Αλμυρή απόσταση..
Ακάνθινη σιωπή.. ο ερχομός του..
Πως θα συνηθίσω , μονάχο, τον Ύπνο;
δίχως φωτιά..
αποκεφαλισμένος..
να σπαρταράει μέσα μου..



Sokratis Malamas new song ( τα ξωτικά )Δρόμοι

Αφιερωμένο εξαιρετικά στη Μάγια..

Δευτέρα, Νοεμβρίου 12, 2007

Όνειρα..

Τα μάτια ..δείχνουν τη φυλαγμένη θέληση , που αναδεύει δειλά στο κρύο σώμα..
Για κάτι έτοιμη..
Τα ρούχα..κρύβουν τη σάρκα , που έχει συναίσθηση της ξυπνημένης κατοχής της..
Σ΄ανοίγματα φωταδερά , ενός τρεμάμενου παράθυρου, οι πρωινές ελπίδες , ξεχνάνε τους θανάτους..
Η κάθε μικρούλα λεπτομέρεια -μια μια , που ξεπετιέται γίνονται όλες χαδεμένες ομορφιές -δικές μου..
Κ οι στοιχειωμένες μου στιγμές..ξανάρχονται στ' αφτιά μου με τον άνεμο..
Κ γρήγορα χάνονται κάτω απ'το φως των φαναριών..
Παιχνίδια οδύνης , που ξεφύγανε ανάμεσα σε τόσα άψυχα..
Ασύντριφτα..Ανάλλαχτα..
Στο όνειρο..μπορώ να τα κοιτάζω άφοβα ..
κ ας μας ενώνει κατάβαθα , πανάρχαιος δεσμός , πάλης χυδαίας..

Σάββατο, Νοεμβρίου 10, 2007

Μέρες Νοέμβρη εδώ κ η ανατριχίλα,
συλλογισμούς για τον Χειμώνα δίνει..
Αποδημούν με τον Βοριά, τα ξερά φύλλα..
Τραγούδια στο νερό..
Χρώμα στα δάση..
και μόνη ανησυχία..
με τη βροχή, η ιδέα του χωρισμού μην ωριμάσει..
κ έτσι τα χνάρια της επιστροφής..
χαθούν ξεπλένωντας εγκλήματα..

Καθώς οι ώρες της σιωπής έρχονται..
Ας κρατήσει μονάχα η θαλπωρή από τα Πρωτοβρόχια.
ώσπου η καρδιά να συνηθίσει για τα κρύα βράδια του Χειμώνα..
Αυτά τα βράδια , μόνος ποιος περνά..
Πως;;
για 'ο,τι μικρό, η μεταμέλεια , τυραννά..
Πως;;
με την μονότονη Βροχή.. να καίει τα Μάτια..





Τετάρτη, Νοεμβρίου 07, 2007

Οι Κύριοι..

Β' Μέρος..

Συνεχίζω με τους Κυρίους κ Αγαπημένους..


Γιάννης Φιλιππίδης



Απόγευμα ειρηνεμένο πλάι στη θάλασσα -με τους μακριούς ίσκιους των ελαιοδένδρων να πέφτουν πάνω μας..στα δάχτυλα ακόμα ο Ήλιος..στα δάχτυλα η θάλασσα..στα δάχτυλα το αυριανό σύνορο της Αυγής..κ η Αγάπη λαμπερή , όπως το κρύσταλλο, αθώα σαν βρέφος..η Αγάπη δροσερή σαν το πρωινό χορτάρι..η Αγάπη χαμένη, όπως μια αγορίστικη θύμηση, να ξαναγυρίζει ,έτσι καθώς ξαναγυρίζει η βροχή, έτσι καθώς ξαναγυρίζει πάντα η Αγάπη..



έτσι τον σκέφτομαι τον Γιάννη μας..




Ήχος πλάγιος ...μόνος..




Παραφυλάει τις αχτίνες του ήλιου κ τις περνά στη δική του χρυσή βελόνα..Ανοίγει πόλεμο με τα τζιτζίκια , που ζηλεύουν το τραγούδι του καθώς τους κλέβει τις ώρες τους..Περνά θάλασσες κ ποτάμια , καβαλλόντας πλατανόφυλλα...Αλητεύει σε χρώματα κ μουσικές κ μετά πάλι γίνεται νοικοκύρης κ μπαλώνει μονάχος στη βελόνα τη Ζωή..Ήχος είναι..όλα τα δύναται..





Kismet..



Τρίτη, Νοεμβρίου 06, 2007

Οι Κυρίες..

Ο καλός μου ο Γιάννης ,με προσκάλεσε σε ένα παιχνίδι..
Θα ξεκινήσω σε Α΄ Μέρος με τις αγαπημένες μου Κυρίες,
αφενός διότι προηγούνται κ αφετέρου διότι ελλείψει χρόνου, επιβάλλεται..


Αγαπημένη Μαρίνα..



Μέσα στη ««συνοδεία» των ανθρώπων..
Υπάρχουν Άνθρωποι, που με υπερηφάνεια, αξία παλιά κ ακριβή..
θέλουν να φέρουν τα σημάδια του πόνου, της επώδυνης φθοράς με αντοχή κ αίσθημα ευθύνης, βαρύ ..
Κ εσύ είσαι μία από αυτούς..
Σημείο οδύνης , θα περάσει της ζωής μας η Έμπυρη Γνώση Μαρίνα μου..


Talisker..




Talisker...
Μια σκέψη μου για σένα..
..Για να φύγω, έσκισα το ντυμένο κορμί μου-για να φύγω από εκεί πέρα..
Πέρα από της συνήθειας το ένδυμα..
Καθώς καίρια είχε χτυπηθεί..
Νόμισα , πως θα πέθαινα..
Όμως , η λεπίδα, εμπόδιο βρήκε την ψυχή μου..



Mist..



Σταγόνες από Μελάνιπου ευωδιάζουν Αιώνιο γιασεμί..





(Συνεχίζεται..)

Δευτέρα, Νοεμβρίου 05, 2007


Τίναξε τα χέρια γελώντας..
Τα μάτια , δυο στιγμές μονάχα..
Μάτια , που ξέρουν να σιωπούν..
Φρουροί της Γνώσης.. φυτεμένα στο πρόσωπο σαν Ιστορία..


Κ γω , που ερχόμουν ψηλαφώντας το σκοτάδι..
Με φορτίο βαρύ.. απο ματαιωμένες άγκυρες..
Φορτίο πληρωμένης Μνήμης , που παρέσυρε τα πάντα..
Ξαφνιάστηκα , σαν ξύπνησαν την Αίσθηση μου, σχήματα..
Την Ακοή μου, τάραξαν γνώριμοι κ κρυσταλλικοί ήχοι..
Την Όραση, που νόμιζα, ανύπαρκτη, τώρα την θάμπωνε το φως, σιμά μου..
Την Αφή , χέρια γελαστά την έκαναν να τρεμουλιάζει..


Μα πάντα γευόμουν την ίδια θάλασσα..

σκληρή από αίμα κ στάχτες..

Δευτέρα, Οκτωβρίου 29, 2007


Δύει ο ήλιος κ απόψε κ τ' ασύνδετα , τα σκόρπια , μήτε σήμερα δε θα χουνε μιλήσει, μήτε αύριο δε θα χουνε συνδεθεί..
Ψιθυρίζω τις λέξεις τις άφτιαχτες..τις αμφίβολες, τις περίπλοκες κ δισταχτικές..
Μα έχει πεθάνει η Χαρά, η Χαρά έχει σβήσει, κ κανένα κοντύλι δε μπορεί να χαράξει στην πλάκα την ίσια, τις λέξεις , τις φράσεις τις ολόκληρες..
Σ΄ένα μεγάλο κενό, προφέρω τις λέξεις τις άσχετες,τις αταίριαστες.. αργά , ευλαβικά στη σχολαστικά ορθή προφορά τους, δίνοντας μαθήματα ορθοφωνίας στην ερημιά, σωριάζοντας πύργους το άφραστο..
Ο Χρόνος είναι κ απόψε εδώ..
Η Νύχτα αγέρωχη στέκει μπροστά στο σχήμα της σιωπής..
Αγρυπνία δίπλα σε ένα ποτήρι,μ΄ενα κρίνο-ένα μισάνοιχτο κρίνο-διψώντας τη στιγμή , που θα άνοιγε , να γευτούμε τη Χαρά..
Αλήθεια όμως..
Τη Χαρά , που σε ζει στη νοσταλγία..
για να την παραστήσεις ,τα χρώματα λείπουν..
από τη γλώσσα, λείπει το χάδι..




Πέμπτη, Οκτωβρίου 25, 2007


Θόλο το είδωλο στον ραγισμένο απ΄τα δάκρυα καθρέφτη..
Βαρύ το κεφάλι ,
δίπλα στο ράφι της βιβλιοθήκης,
να ψάχνει για το σκονισμένο νόημα μιας ιστορίας,
όταν δεν χρειάζεται τίποτε άλλο, παρά,
τα βήματα που περπατούν δίπλα..
μια φωνή, που ταξιδεύει την ψυχή..
που χαράσσει πορείες κ χρώματα..
μια χούφτα γαλάζιας θάλασσας ή ουρανού, που να αγγίζουν τα χέρια..

Αντίο..
Να με θυμάσαι..
όταν η μολυβένια θάλασσα ,
θα σε ποτίσει τη στυφή νοσταλγία,
για το χαμό της κεχριμπαρένιας ρώγας..
Να με θυμάσαι..
σαν την παράκληση του ερπετού,
που νιώθει τον αφανισμό κάτω από το βαρύ βηματισμό..
Να με θυμάσαι..
όταν αντικρύζεις την καταστροφή,
κοιτώντας το θολό σου είδωλο στον καθρέφτη..

Μην κλάψεις, όμως..
Ποιο όνομα , ταιριάζει σ' αυτόν που αποζητά τον θάνατο;..
ποιο τ' όνομα αυτού , που πεθαίνει κλαίγοντας;..
Μην κλάψεις όμως..

Τρίτη, Οκτωβρίου 23, 2007

Σε παράλληλους χρόνους,
να ακούμε το ίδιο τραγούδι..
Την ίδια φωτογραφία να θωρούμε..

Το βλέμμα σου, κάρφωνες στα μαλλιά μου,
που είχαν αρχίσει ν' ασπρίζουν..

Κ γω πρώτη φορά, ξάνοιγα,
του μετώπου σου -εκείνες - τις ρυτίδες..

Την κρυφή μου τη σκέψη δε ζήτησες
να σου εκφράσω, -αδύνατον ήταν-..
ούτε εγώ, την αιτία,
της πικρίας σου, να μάθω δε ρώτησα,
που είχε ξάφνου χυθεί στην μορφή σου..

Ώσπου, τέλος,
σε παράλληλους χρόνους ,
το σκότος μας έζωσε, της βραδιάς ..
κ δεν βλέπαμε πλέον,
ο ένας του άλλου..
τα δάκρυα που έτρεχαν,
για το τριαντάφυλλο, που είχε γεράσει μέσα μας..

Δευτέρα, Οκτωβρίου 15, 2007

Αρνιόμουν πεισματικά να δω..
Κ όμως..
Επιβεβλημένο ήταν..να βλέπω..
Αδυνατούσα να κοιτάζω..
Κ όμως..
Έκλεινα τα μάτια ..για να βλέπω καλύτερα..
Στα μάτια , που δεν υπήρχαν , έκαιγε ο άνθρακας της ζωής μου..
Πιο φλογερός από όλο το πετρέλαιο του κόσμου..
Αν πρόσεχα..
Θα χάνε περισσότερη υγρασία τα μάτια μου..
Ψήγματα θαλπωρής η ψυχή μου..
Αν τα μάτια μου, δεν ήταν ραμμένα, με τις κλωστές του Τρόμου..
Αν δεν γινόμουν πλήρης κ από τον τελευταίο πόνο..
Θα τολμούσαμε ίσως..
-Θέλεις;..
-Τολμάς;;..
Στο πύρινο, στο φλογερό τους δίχτυ..
την τρυφερή δική σου ματιά , μαζί τους να σφραγίσεις;;..
-Μα όχι!!..
Δεν ζητώ , μαζί με μένα κ συ να λιώσεις..


Σάββατο, Οκτωβρίου 13, 2007


Μάταια, ρόζιασε ο Νούς μου..
Μάταιη κ η Γνώση, κέρδος φωτιάς κ θυσίας..
Μας κυβερνούν, αλύγιστα, τα δάχτυλά της Μοίρας..
Ήρθε κ έκατσε στο πέτρινο πεζούλι,
κ ήρθε κ η Ζωή, όλο αρχοντιά κ ευγένεια, σιμά της..
Στο δείπνο, που τους φίλεψα, δεν άγγιξαν ένα τρίμα..
Μα..Μοίρα κ Ζωή..μου..
ακόμα κ στο πουθενά να φτάσω..
στο πείσμα σας..
μου μένει , η γλύκα της απαντοχής
κ του Ονείρου η ευτυχία..
σάρκα στη σάρκα μου, Aιώνια..
κ η Μνήμη θυμιατήρι..


Παρασκευή, Οκτωβρίου 12, 2007

Μέρος 2ο Περασμένες τρεις..
-Πάλι πέρασε η ώρα , σκέφτεται..
Φτάνει στο διαμέρισμα, μουσκεμένος από τη Βροχή.. Ποτέ δεν κουβαλάει ομπρέλες.. Παρόλο που, κάθε φορά, που βρέχει τα ρούχα του σχεδόν καταστρέφονται.. Κάποτε του είχε πει: «Τους ερωτευμένους δεν τους πιάνει η Βροχή..Απλά τους χαϊδεύει.» Στο μυαλό του έρχεται πάλι η αστεία φατσούλα της, όταν υποκρινόμενη τη θυμωμένη θα του πει "ακόμα μια φορά ανεπίδεκτος!!κ φορούσες το ακριβό σου σουέτ!! Είσαι ανυπόφορος.." θα νιαουρίσει κ θα τρέξει να σκουπίσει τα νερά , που έχουν ήδη σχηματίσει λιμνούλα στο καθιστικό....Του αρέσει , αυτή η υποτιθέμενη γκρίνια της. Την αναγνωρίζει , χρόνια τώρα κ μπορεί να καταλάβει πότε αλήθεια είναι θυμωμένη κ πότε αναλαμβάνει ρόλο μαμάς ..Απ' το χρώμα των ματιών της..
-Δεν είναι κανείς σπίτι.Παράξενο..Πάλι έχει ραντεβού; Δεν μου είπε τίποτα , σκέφτεται..
Στο μικρό γραφειάκι του διαδρόμου (το αγαπημένο της από παιδί) ένα σημείωμα:«
Μωρό μου, έχω ραντεβού με του νέους μου πελάτες για την σύσταση της εταιρείας. Θα σου τηλεφωνήσω μόλις ξεμπερδέψω. Το απόγευμα έχω πρόβα. Σ’αγαπώ..»
-Φαντάζομαι τα νεύρα της. Πάλι δεν κατάφερε να ξεκουραστεί!!
-Τουλάχιστον, οι προετοιμασίες του γάμου, είναι μια ευχάριστη νότα στην καθημερινότητα μας .
Δεν πεινούσε. H αλήθεια είναι, ότι πρόσεχε αρκετά τη διατροφή του αυτό το διάστημα. Η χοληστερίνη και η πίεση του, τον ταλαιπωρούσαν. Αφού άφησε στο μπάνιο τα βρεγμένα ρούχα του, έβαλε ένα ποτήρι λευκό κρασί και ένα από τα αγαπημένα του CD και ξάπλωσε στον καναπέ. Για μια ακόμα φορά, άρχισε να εξερευνά, χαϊδεύοντας με το βλέμμα του τον χώρο γύρω του. Από την πρώτη μέρα, που ήλθε σ΄αυτό το σπίτι-τρία χρόνια πριν-τον μάγεψε. Ένιωσε τόσο οικεία –σαν αγκαλιά μάνας.. Ακόμα και όταν μετακόμισε οριστικά, δε θέλησε τίποτε δικό του να φέρει. Τ΄άφησε όλα στο δικό του διαμέρισμα. Ακόμα, ακόμα και τους δίσκους, τα βιβλία του, τα χειρόγραφα, τις αναμνήσεις του.
-Έχω αλήθεια δικές μου αναμνήσεις; αναρωτήθηκε..
Συχνά είχε την εντύπωση, ότι η ζωή του ξεκίνησε, τότε..Δέκα χρόνια πριν..Φοιτητές κ οι δύο.. Περνούσε μια πλατεία θυμάται κ το βλέμμα του είχε καρφωθεί στην πλάτη της.. Μια μικροκαμωμένη λεπτή σιλουέτα, όλο πλάτη.. Έτρεξε γρήγορα κοντά της..σαν διψασμένος..κ έτσι άρχισαν όλα..κ ακόμα έτσι είναι, διψασμένος.. Γι’ αυτό και θέλησε ο γάμος να γίνει την ημέρα της επετείου της πρώτης τους συνάντησης.. Μα και εκείνη, δεν είχε αντίρρηση. Ίσα, ίσα, είχε δακρύσει στην θύμηση αυτής της πρώτης κοινής πορείας των ματιών τους..Η αλήθεια ήταν,ότι είχαν παλέψει πολύ κ οι δύο τους για την ζωή τους.. Στρατό, απουσίες, μοναξιά, ατελείωτες ώρες δουλειάς, περισσότερες υποχωρήσεις, πολλές μας πολλές χαμένες εργατοώρες..
-Ευτυχώς για μας, είχαμε κοινούς στόχους...
-Κ ευτυχώς για μένα μ’αγαπά πολύ. Με νοιάζεται και με συμπονάει..
-Είναι ευτυχία να σ΄αγαπούν συλλογάται..
Στο CD οι στίχοι, που λατρεύει:Φαραντούρη: «..όταν λυθούν τα Μαύρα μάγια..σ’ένα κοχύλι θα κρυφτούμε..»..Η χαρά και η προσμονή του γάμου, τον κάνουν νευρικό.. Διάχυτη η υπερένταση.
-Να μην ξεχάσω να πάω για τις βέρες αύριο..
Είχαν από κοινού αποφασίσει να είναι η μεγάλη έκπληξη του..Γνώριζε την λατρεία, που είχε εκείνη για τα δαχτυλίδια. Ήταν τα μόνα στολίδια που φορούσε.. Όλα ιδιαίτερα κ χειροποίητα. Πολλές φορές στο παρελθόν είχαν μαλώσει, γιατί αρνούνταν πεισματικά να της αγοράσει ένα.Όλα ήθελε να τα ψωνίζει μόνη της. Τον εκνεύριζε η επιμονή της αυτή. Περίεργο εξάλλου για γυναίκα , να μην δέχεται δαχτυλίδι..
- Τι να πω, σκέφτηκε.. Άβυσσος..
Εκείνη είχε αναλάβει να κανονίσει το ταξίδι τους..Στιγμές έρωτα τον ρωτούσε με τα μεγάλα καφετιά μάτια της: "Στα πιο μεγάλα ταξίδια θα με πας;.." Και δίχως ποτέ να περιμένει απάντηση –σαν να μην την ένοιαζε η απάντηση, τον αγκάλιαζε σφιχτά..Κ τώρα, η ίδια του είχε ανακοινώσει, ότι ετοιμάζει ένα μεγάλο ταξίδι «Ταξίδι στην άκρη του κόσμου..» το είχε ονομάσει..
-Σαν παιδιά κάνουμε, σκεφτόταν πάλι και χαμογελούσε..καθώς ξεφύλλιζε ένα από τα πολλά φωτογραφικά κοινά τους λευκώματα..
-Οι μνήμες μου ξεκίνησαν από όταν σε γνώρισα , μονολογεί..
-Είσαι και μάνα και αδελφή κ φίλη κ γυναίκα κ ερωμένη…
-Πόσο καιρό έχουμε να κάνουμε έρωτα σκέφτεται απορημένος..
-Με κείνα και με τ’άλλα πάνε τρεις μήνες, απαντά μόνος του..
-Η αλήθεια είναι ότι κατακτήσαμε την αγάπη, την συντροφικότητα, την εμπιστοσύνη, θα καταλήξει και θα πιάσει ν’ ακούσει Αλεξίου..
Πάντα τους άρεσε να κάθονται κ να ακούν Χαρούλα , όταν έβρεχε..
«Εσύ με ξέρεις πιο πολύ από όλους στη ζωή μου..»
Το τραγούδι, θα τον ταξιδέψει εντελώς αναίτια, σε μια περίοδο, που αποτέλεσε το πιο μελανό σημείο της κοινής ζωής τους..Είχαν πριν πέντε χρόνια χωρίσει. Εκείνη το ζήτησε..
Λίγο καιρό μετά κατάλαβε γιατί..Οι νύχτες σιωπής κ απουσίας, συνενοχής κ αδιαφορίας , ήταν γιατί υπήρχε κάτι στο παρελθόν της, που δεν την είχε εγκαταλείψει..
«Το παρελθόν μου, μου χρωστά μια μνήμη..» ,έτσι του είχε πει ένα μεσημέρι σ΄ένα καφέ , να σαν τώρα, Φθινόπωρο ήταν κ είχε φύγει..Ξαναγύρισε κοντά του ενάμισι χρόνο μετά..Εκείνος την περίμενε…Πάντα την περίμενε..ένιωθε σαν να μην έχει φύγει ποτέ..Παρόλο που, οι νύχτες είχαν αλλάξει..πιο σκοτεινές..Κ το βλέμμα της..άδειο ήταν, διεκπεραιωτικό ..
-Ιδέα μου, ήταν όλα αυτά , θα πει τώρα πέντε χρόνια μετά..
-Τίποτε από αυτά δεν ίσχυε..
-Απλά, ήθελε τον χρόνο της..Αγρίμι, αυτή κ σπιτικό εγώ.. πως να με χειριστεί..πως να με μάθει..πως να μείνει..
-Μα τώρα , που έχουν περάσει χρόνοι δέκα, ξέρω, πως μ’ αγαπά, γνωρίζω πως μαζί μου θα είναι ευτυχισμένη, πως με δύο μαζί , το λίγο γίνεται λιγότερο, ο πόνος μοιράζεται κ η χαρά διπλασιάζεται..
-Μια ήρεμη αγάπη μας χρειάζεται..Τίποτε άλλο.. είπε και σηκώθηκε,σίγουρος, να ετοιμαστεί ,πάλι, για το γραφείο του..


Πέμπτη, Οκτωβρίου 11, 2007

Τελευταία Πρόβα..

Μέρος 1ο.. Στέκεται ακόμα ένα απόγευμα , απέναντι στη μεγάλη της αγάπη, τη Θάλασσα της..
Πάλι , προφασίστηκε ραντεβού με πελάτες εκτός πόλης.
Δεν αντέχονται πλέον οι ώρες της μεσημεριάτικης σιέστας στο σπίτι..μαζί του..
Ανάβει και σβήνει τα τσιγάρα, όπως τις ανάσες της..το ένα διαδέχεται το άλλο..
Σκέφτεται και ξανασκέφτεται τη ζωή της, την μέχρι τώρα , την από δω κ τώρα.
Ποιά ζωή της , δηλαδή-ας μη γελιέται..
Δουλεύει σκληρά, χρόνια τώρα κ κατά κοινή ομολογία , έχει πετύχει στη δουλειά της..
Επιτυχίες πολλές και χρήματα ακόμα περισσότερα.
Παράσημα, που αδυνατούν , να επουλώσουν το αρχέγονο τραύμα , της αρχέγονης μοναξιάς..
Εξαργυρώνει , τα λάθη της , με το κέρδος της επιείκειας, που έχει αναπτύξει, απέναντι στον εαυτό της και στους άλλους ανθρώπους. πιο επιεικής..περισσότερο υπομονετική..
Μονάχα με εκείνον αδυνατεί να είναι έτσι..δεν γίνεται..
Στη σκέψη του και μόνο, ανάβει νέο τσιγάρο..
Τον φοβάται, εχθρός φαντάζει ..Την τρώει και τον τρώει..Δέκα χρόνια μαζί, χωρίς γάμο,χωρίς οικογένεια..κοινή απόφαση κάποτε..
Συγκατοικούν εδώ και τέσσερις μήνες, στο δικό της σπίτι..κοινή κ αυτή η απόφαση..
-Δεν αλλάξαμε τίποτα σκέφτεται.
-Μόνον δυο συρταριέρες επιπλέον για τα προσωπικά του είδη..
-Βλεπόμαστε ελάχιστα , συλλογάται..
Κ οι δύο έχουν ελεύθερα αλλά απαιτητικά ωράρια..
Αναζητούν πάντα ο ένας τον άλλο, όπως η κακία την αρετή, όπως ο διάβολος το λιβάνι, όπως η αμαρτία την εξιλέωση..
-Πως γίναμε έτσι; αναρωτιέται..
-Γιατί δεν χωρίζουμε;
-Ποια πρόσωπα , χαράχτηκαν στα πρόσωπα μας τώρα, που δεν αναγνωρίζουμε;
-Πως φτάσαμε να μιλάμε "για ήρεμη αγάπη";για συντροφικότητα, για καθήκον, για συνήθειες, για συμπόνοια;όλες αυτές τις έννοιες , που χλευάζαμε άλλοτε με την έπαρση της νιότης μας;
-Που πήγε ο Έρωτας;
-Πως να παρηγορηθώ;να αποξεχαστώ;
Ξαφνικά, η αφύπνιση του κινητού της , την βγάζει από τις σκέψεις της..
Η ώρα 18.30 απογευματινή..-
-Πρέπει να βιαστώ, σκέφτηκε..

-Σήμερα έχω την τελευταία πρόβα νυφικού..


Τετάρτη, Οκτωβρίου 10, 2007

Θα ξεκινήσεις το Ταξίδι σου, λιτό, καθώς το στήθος σου μικρό κορίτσι μου, όταν πιο νέα ήσουν..
Θα αρχίσεις να το δοκιμάζεις σοβαρά κ ευλαβικά, καθώς φορούσες το πρώτο πασχαλιάτικο φουστάνι σου..
Θα το φορέσεις , πάνω στην πίκρα σου πάνω στην λατρεία σου, στο μίσος σου..
Θα σημαδέψεις με προσοχή, τι περίσσεψε , τι σου λείψε, πόσα κορδόνια , πόσα κουμπιά, θα πρέπει να ράψεις..πόσα αφιλόξενα στολίδια, να ξεφτίσεις..
θα πολεμήσεις να σαι φίλος με τα λόγια σου, φίλος πολύ, με δάκρυα φίλος, κάτι σαν τους φανταστικούς κ αιώνιους φίλους, που είχαμε παιδιά..
Κ όταν μια μέρα,σου φανεί, πως κάπου φτάνεις..
ΜΗΝ φοβηθείς..
Ό,τι μας καίει , δεν μας πεθαίνει..
Ο δρόμος του, δεν βγάζει, όπως νομίζαμε στην άβυσσο..
Φόρεσε μόνον το σωστό φουστάνι κ συνέχισε..


Λίγο πιο πέρα, απο την πόλη και τα Βενετσιάνικα τείχη Της,
καθώς μια νύχτα, μακρυά απο τις Πύλες της εστάθηκα..
κ έμπαινα , ακόμα πιο βαθιά μες στα σκοτάδια..
κ άφηνα πίσω μου, μια Μνήμη απο Καμπάνες..
ξάφνου σε κάτι σκόνταψα:
Σπρώχνοντας με τα χέρια μου τα σύννεφα,
εσκυψα μέσα μου, σαν σε βαθιά χαράδρα κ ψιθύρισα:
Μη φεύγεις..

Μου χρωστάς ένα Όραμα..

Χάιδευα τα μαλλιά, το πρόσωπο κ τ΄άδεια χέρια..
Όμως..
Αλήθεια..
μας εχώριζε η όχθη των δύο κόσμων..


Τετάρτη, Οκτωβρίου 03, 2007

Η ψυχή μου, ήταν πάντα μια πανύψηλη φλόγα.

Το κορμί φλεγόμενο από Χιόνια κ Ανέμους..

Τα σημάδια στο βλέμμα , από βέλη θανάτου..

Όλα , μα όλα , έψαχναν σε βάθος κ ύψος, μια Αλήθεια..

Όμως..

Επειδή, έφταναν, πιότερο από όσο μπορούσαν , μακρυά,

δεν σε είδαν στο πλάι μου..

Τώρα..

που ξόδεψα, ό,τι είχα κ ό,τι περίσσιο νόμιζα,

κέρδισα εκείνο , που είχα πάντα..

Να σαι λοιπόν, σιμά μου εσύ..

Ολάκερος αυτός ο Χρόνος , που κάηκε, υπήρξα εγώ,

η Φλόγα, που άρχισε να τρεμουλιάζει, ένας κάπνος,

που δεν πηγαίνει πια σε ύψος,

παρά, στα μέσα μου θεριεύει..







Δευτέρα, Οκτωβρίου 01, 2007


Σαν σήμερα εντελώς ξαφνικά κ ανησυχητικά αργοπορημένα
- με έσωσε το πείσμα ενός νεαρού γιατρού-
χαράματα, γεννήθηκα..
Ένα ταλαιπωρημένο μελαχρινό μωρό,
με νύχια κ ουλές στο πρόσωπο κ συμπτώματα ασφυξίας..
ίσως γι' αυτό δεν έκλαψα-ποτέ δεν κατάλαβα την αλλαγή..
βουβή αντίκρισα τον κόσμο τούτο..
Αρρώστησα βαριά αμέσως κ νοσηλεύτηκα για δύο μήνες περίπου..
Σε ένα θάλαμο λευκό κ αποστειρωμένο..
Ήμουν ένα αντικειμενικά άσχημο μωρό,
έτσι μου φάνηκα κ μένα χρόνια μετά,
στις λίγες ασπρόμαυρες φωτογραφίες μου..
Μια δύσκολη γέννα κ μια πολύ ταλαιπωρημένη λεχώνα,
η μάνα μου..που με αρνιόταν πεισματικά κ για καιρό ,
η πρώτη προίκα της δικής μου ιστορίας..
Κ ένας πατέρας ναυτικός ,
που έστησε, στα μέσα του Ωκεανού,
τρελό γλέντι ,στο άκουσμα της γέννησης μου..
λαχταρούσε τόσο μια κόρη..
"Γιατί κυρία Αλεξάνδρα δεν θέλετε να δείτε το μωρό σας,
έλεγε ο νεαρός γιατρός , που με έφερε στον κόσμο;
Πως σας αφήνουν αδιάφορη αυτά τα Μάτια;
Τα τεράστια σαν την γη, καφετιά Μάτια της;"
Αυτή την ιστορία , πάντα μου αφηγείται η μάνα μου από τότε..
Σαν ιεροτελεστία , κάθε χρόνο ζητάω να την ακούσω..
Κ είναι σαν να την έχω ζήσει..
Δύο μάτια κ το λευκό αποστειρωμένο δωμάτιο, το βιος μου όλο..
Κ πολλές είναι οι νύχτες, που σκέφτομαι,
που αρπάζομαι από αυτά τα δυο μεγάλα Μάτια..
Εκείνες που, δεν έχω μάτια, δεν έχω μιλιά,δεν έχω γλώσσα να μιλήσω..
Κ γίνομαι η φωνή του βρέφους , που δεν βρήκε ακόμα την μιλιά του..
Γίνομαι ίσκιος κ πετώ εκεί στο αποστειρωμένο-λευκό δωμάτιο..
Γίνομαι παιδί πάλι κ ξαναγράφω μνήμες που ποθώ κ όνειρα που λαχταρώ..
Γίνομαι μάνα κ αγκαλιάζω την νέα ζωή..
Κοιτώ βαθιά σε κείνα τα Μάτια κ δεν ξεχνώ τη ρίζα της Καταγωγής μου..

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 29, 2007

Τρέχω..

Θα θέλα να χα μακρυά μαλλιά να με χτενίζουν τα Μελτέμια..

να νιώθω..

Γελώ..

μια ανάμνηση ενός βρέφους , γαργαλά τις πατούσες μου..

Μη με ρωτάς..

Μεθώ..
απλώνω τα χέρια πάτημα για ν'ανέβουνε..
πριν γεννηθώ ,
πόνεσα να χω τα χέρια δεμένα..
Τα λύνω..
χίλιοι καημοί, πέφτουν επάνω μου..


Ο ήλιος σήμερα δεν βγήκε..
Τον σφίγγω στην αγκάλη μου, σαν παιδί..
Στα πόδια μου, απόμεινε ο ίσκιος του..
Εσύ..

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 27, 2007



Στην Ελίνα
Αγαπητοί φίλοι!
"..Ίσως το γράμμα αυτό να μην διαβαστεί ποτέ, από κανέναν, αλλά στ’ αλήθεια δε με νοιάζει. Ίσως μέχρι να φτάσει στα χέρια σας νάχω πεια ολότελα ξεχαστή απ’ όλους. Αλλά, ούτε δα κι’ αυτό το τελευταίο με νοιάζει. Εξάλλου, δεν έχω και πολλά να σας πω, θέλω μόνο να σας θυμίσω ότι κάποτε υπήρξα. Κάποτε υπήρξα κι’ ήμουν και ζωή και θάνατος μαζί. Και ζωή και Χάρος ήμουν!
Έζησα, τομολογώ, μια ζωή δηλητηριασμένη, γι’ αυτό θαρρώ αποφάσισα να την εγκαταλείψω. Εκείνο που για τους άλλους ήτανε ζωή, για μένα θάνατος ήταν. Γεννιόμουνα και πέθαινα κάθε μέρα, ώρα και στιγμή. Ζούσα με το θάνατο, ζούσα για να πεθάνω, μα τουλάχιστον δε ζούσα νεκρή όπως οι γύρω μου, τα μικρά αστεία ανθρωπάκια που λέγαν πως μ’ αγάπησαν, κι’ ας μην μπόρεσαν ποτέ, κι’ ας μην τόλμησαν ποτέ να διαβάσουν την ψυχή πούκρυβε περίσσιο φως και σκοτάδι μέσα της. Κατά βάθος με φοβόντουσαν και δεν αργούσαν να τραπούν εις άτακτον φυγήν. Δεν άντεχαν να με κοιτούν κατάμματα, μην τύχει και τους κλέψω την ψυχή τους.
Αγαπήθηκα, αγαπήθηκα πολύ, μα μπορεί ποτέ κανείς να φαντασθή ότι λυπόμουνα βαθειά όταν καταλάβαινα ότι μ’ αγαπούσαν; Εγώ, ίσως να μην αγάπησα αρκετά, όχι όσο έπρεπε. Τον ιδανικό μου έρωτα θαρρώ τον έζησα στη φαντασία μου. Η ψυχή μου και η αγάπη γεννήθηκαν την ίδια μέρα. Αυτό το ένιωθα μέσα μου, κι’ όμως δεν πίστευα ότι θα υπήρχε μέρα που θα μου αποδείκνυε ότι αγαπούσα αληθινά. Δεν είνε στ’ αλήθεια τραγικό, μια μεγάλη ειρωνεία, να μιλούν για την αγάπη άνθρωποι που δεν την γνωρίζουν και να σιωπούν εντελώς κείνοι που νοιώθουν την ψυχή τους να πνίγεται στο πόνο της;
Πολλοί λέγαν ότι ζούσα μεσ’ στο κεφάλι μου. Κάτι έπρεπε να πουν κι’ αυτοί… Πως άλλως θα με κατέτασσαν σε συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων; Άνθρωποι, ανθρωπάκια! Η ζωή ένα τεράστιο ψέμα που άλλοι το αγαπάνε κι’ άλλοι - οι λίγοι - προσπαθούν να το κάνουν αληθινή ζωή. Εσείς, αγαπητοί άγνωστοί μου φίλοι, πως ζείτε; Ζείτε; Μια φάρσα, αυτό ήταν η δικιά μου ζωή. Κανείς δεν την κατάλαβε. Γεννήθηκα χωρίς να το θέλω, έζησα στο περίπου, και σκηνοθέτησα το θάνατό μου. Κι’ όμως αγαπούσα τη ζωή, αλλά πάντα αυτή μούπαιρνε ό,τι άλλο αγαπούσα. Μου έλειπε πάντα μια καρδιά που να πονή για μένα. Κι ήταν δύσκολο, δύσκολο πολύ να ζω μονάχη μου μεσ’ σένα κόσμο τόσο παράλογα προσκολλημένο στα μικρά της ζωής και στο τίποτα. Ήμουνα σαν παράσιτο, σαν μαύρο ξωτικό που έχασε το δρόμο κι’ αντί να ταξιδέψει στον ονειροκόσμο του, ξέπεσε σε τούτη δω τη γη. Μάλιστα, κάποια φορά, κάποιος με ρώτησε κρυφά αν είμαι χήρα σαν φορούσα μαύρα βαρειά. Εγέλασα. Αλήθεια ήταν! αν μάντεψε την ψυχή μου, καλά την ωνόμασε χήρα…
Είνε που θα παρακαλούσαν να είχαν ζήσει στην εποχή μου. Εγώ, θάθελα να ζήσω σε κάποιαν άλλην εποχή. Έζησα ανάμεσα σε μια γενειά ηττημένη. Κάποιοι από μας κάναν τον πόνο στίχο, την οργή τραγούδι, αλλά κανείς δεν τόλμησε… - ούτ’ από μας ούτ’ απ’ τους άλλους - δεν τόλμησε να να ξεφύγει απ’ το χαραγμένο μονοπάτι, δεν τόλμησε να πει ό,τι στ’ αλήθεια σκεφτότανε, δεν τόλμησε να κάνει ό,τι στ’ αλήθεια ήθελε να κάνει. Οι περισσότεροι ήταν - είμασταν - δειλοί που ’ψαχναν απλά ναύρουν την αυτοεπιβεβαίωσή τους. Κάτι νέοι σκυθρωποί κι’ ανάπηροι. Ολίγοι γέροι με κακόβουλο ύφος. Κάτι δεσποινίδες σαλατολόγοι και υπερφίαλοι… Απόκληροι της αντίληψης… Κι’ όμως ανάμεσα σ’ αυτούς ήταν και ο Κ., ο μόνος που θα μπορούσε ποτέ να με καταλάβει, αλλά ούτε και κείνος τόλμησε… Μούπε μάλιστα, πως με λυπόταν γιατί τον αγαπούσα… ότι ήμουνα γι’ αυτόν μια παρηγοριά. Τόχε η εποχή, κανείς δεν ήταν ο εαυτός του! Γι’ αυτό θαρρώ και έζησα τόσο μόνη, κι’ ας είχα πάντοτε κάποιους να με συντροφεύουν, αδέλφια μου σένα πόνο που δε θα μπορούσαν ποτέ να συλλάβουν. Έκαναν τα πάντα για με, αλλά η αγάπη τους ήταν μια θυσία που ποτέ δεν δέχτηκα με ευμένεια κι’ οι ανησυχίες τους χειροπέδες για μένα. “Πόσο είνε αστεία η ζωή μα και πόσο αστειότεροι είμαστε μεις που την ανεχόμαστε τέτοια”, έγραψα, θυμάμαι, κάποτε στο ημερολόγιό μου…
Μα, από τότε έχουν πεια περάσει χρόνια. Πόσα, δεν ξεύρω, αφού ο χρόνος δεν έχει πεια για με καμμία σημασία. Τώρα, είμαι κάπου αλλού και ζω - αν τούτη δω η κατάσταση θεωρείται ζωή - μέσ’ απ’ τις αναμνήσεις μου. Ξεφυλλίζω τα τετραδία του μυαλού και κυττάζω πίσω. Όλα ζητάω τα χαμένα, τις μικρές στιγμές, τον αγαπημένο… Γυρνώ το βλέμμα και τον κυττάζω πάντα το δρόμο που αφήσαμε. Είνε μακρύς, σκοτεινός, γεμάτος δυσκολίες και φρίκη… είνε τόσο μακρύς, τόσο δύσκολος… κι’ όμως - θεέ συγχώρεσέ με - θα τον έπερνα με την καρδιά γεμάτη δάκρυα και μεταμέλεια… Με την καρδιά δεμένη με τα σίδερα της αμαρτίας θα ξεκινούσα να σ’ εύρω μοναδική κι’ αξέχαστή μου αγάπη… Δε θέλω τίποτε άλλο, μόνο να φτάσω, να σταθώ κοντά σου τόσο που φτάνει για να ιδώ… να ιδώ το πρώτο βλέμμα σου εκείνο που μου ’ριχνες σαν έφτανα… τις μικρούλες όλες εκείνες ρυτίδες στο πρόσωπό σου… να ιδώ τα χέρια σου ν’ απλώνονται σε μένανε να με αγκαλιάσουν… να ιδώ… να νοιώσω το φίλημά σου… Είνε τόσο μεγάλος ο καϋμός και είμεθα τόσο μικροί ένας-ένας εμείς οι άνθρωποι που τον αποτελούμεν…
Τα λόγια αυτά ίσως νακούγονται σαν παραλήρημα ενός ετοιμοθανάτου, μα, αλοί, δεν μπορώ να πεθάνω αφού είμαι από χρόνια πεια νεκρή. Όσο ζούσα, όσο έζησα, ήμουνα παιδί. Ήμουνα ένα παιδί άμυαλο, μπορώ να το παραδέχωμαι αλλά και ποιο παιδί δεν είνε άμυαλο; Ένα παιδί είμαι ακόμη… Ένα παιδί που γράφει σε σας, τους άγνωστούς του φίλους, για να τους πει: να μείνετε πάντα παιδιά, κι’ αν είνε δυνατόν άμυαλα παιδιά. Να ζήσετε τη ζωή σας με τρέλλα, να ζήσετε παράλογα, να σκοτώσετε τη λογική πούνε ο φονιάς της χαράς και της ζωής, να τολμήσετε να κάνετε τα δύσκολα, τα μεγάλα, τα σημαντικά, ν’ ακολουθήσετε τα δύσβατα μονοπάτια, ν’ αφήσετε να θρονιαστεί στην καρδιά σας για πάντα η άνοιξη και το χαμόγελο στα χείλη, ν’ αγαπήσετε με πάθος και να καείτε απ’ τη φλόγα της αγάπης σας, να κάνετε τον πόνο, τη χαρά, την κάθε σας στιγμή τραγούδι, κι’ όταν έρθ’ η ώρα η στερνή να πεθάνετε όχι από πλήξι, αλλά από ειλικρίνεια όπως ο φίλος τζίτζικας, που τόσο ωραία τα έλεγε μα μεις τα παίρναμε για γκρίνια…
Τώρα, καθώς γράφω τις τελευταίες γραμμές, κυττώ πίσω και αντιλαμβάνομαι πόσο στάθηκα τυχερή: έζησα ελεύθερη όσο καμμιά άλλη γυναίκα της εποχής μου, έκανα πράγματα που δεν έκανε καμμιά άλλη, κι’ αγαπήθηκα όσο λίγες. Και, δεν το ξεχνώ, καθώς το βλέμμα μου έσβηνε, εκείνη τη μελαγχολική αυγούλα τ’ Απρίλη, δεν ήμουν πεια μόνη. Νέοι που μ’ αγάπησαν ήρθαν να μ’ αποχαιρετήσουν και φίλες γκαρδιακές στο προσκεφάλι μου ένα τελευταίο τραγούδι να μου χαρίσουν…
Αυτό είναι το γράμμα μου στον κόσμο που ποτέ δεν έγραψε σε μένα, όπως λέει κι’ η καλή μου φίλη.."..

Με αγάπη
Μαρίκα Πολυδούρη